Η DBRS Ratings GmbH (DBRS Morningstar) αναβάθμισε την ελληνική οικονομία από BB (high) σε BBB (low). Όπως αναφέρει ο διεθνής οίκος η αναβάθμιση αντανακλά την άποψη της DBRS Morningstar ότι, σύμφωνα με το εντυπωσιακό ιστορικό της Ελλάδας, οι ελληνικές αρχές θα παραμείνουν προσηλωμένες στη δημοσιονομική ευθύνη, διασφαλίζοντας, ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε πτωτική τάση.
Τα μέτρα στήριξης που σχετίζονται με την ενέργεια δεν εμπόδισαν το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο να φτάσει σε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ το 2022. Αναμένεται πλεόνασμα 1,1% φέτος και 2,1% το 2024. Από την κορύφωσή του το 2020, ο δείκτης δημόσιου χρέους έχει υποχώρησε κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.), εκ των οποίων οι 23 π.μ. πέρυσι, επωφελούμενοι από τη δημοσιονομική αποκατάσταση και την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ. Η σημαντική βελτίωση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και του χρέους ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή ενός συνετού δημοσιονομικού σχεδίου που οδηγεί στην αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα
Η DBRS σημειώνει ότι παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες το 2022, η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα, σημειώνοντας ανάπτυξη 5,9% με επίσης συνεχείς βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις και την ανάκαμψη στον τουριστικό τομέα.
Καθώς το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0) συνεχίζει να εφαρμόζεται, οι επενδύσεις θα παραμείνουν σημαντική πηγή ανάπτυξης, αν και υπάρχουν εξωτερικοί καθοδικοί κίνδυνοι. Η βελτιωμένη πιστοληπτική ικανότητα αντικατοπτρίζει επίσης την ενίσχυση σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τους θεσμούς του συστήματος του ευρώ, που προέρχεται από παλαιότερες δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και μεταρρυθμίσεις.
Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα συνεχίζει να επωφελείται από ισχυρά οφέλη υποστήριξης και χρηματοδότησης σε περιόδους κρίσεων, ιδίως με τα νέα εργαλεία και μέσα του συστήματος ΕΕ/ευρώ που έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια. Οι βελτιώσεις στα δομικά στοιχεία «Δημοσιονομική Διαχείριση και Πολιτική» και «Χρέος και Ρευστότητα» είναι οι βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση της αξιολόγησης.
Η DBRS Morningstar πιστεύει ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων
Η αξιολόγηση BBB (low) και η σταθερή τάση της Ελλάδας υποστηρίζονται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και από την εφαρμογή προηγούμενων οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του RRP της, το οποίο συνίσταται σε μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και τις επενδύσεις, μειώνοντας έτσι το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στη ζώνη του ευρώ. Η DBRS Morningstar πιστεύει ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζει την ανάπτυξη των επενδύσεων με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος. Οι αξιολογήσεις περιορίζονται από τις οικονομικές κληρονομιές που κληρονόμησαν από την παρατεταμένη κρίση της Ελλάδας, δηλαδή τον πολύ υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το ακόμη σημαντικό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και το υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω:
(1) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές.
(2) διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, που οδηγεί σε διαρκή μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους.
Οι πιθανοί παράγοντες ενεργοποίησης για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω:
(1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση
(2) αντιστροφή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
(3) ανανεωμένη αστάθεια του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η αιτιολόγηση της αξιολόγησης
Πολιτική σταθερότητα
Η νέα κυβέρνηση διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής που ενισχύει την εφαρμογή του RRP και με τη σειρά του υποστηρίζει την οικονομία. Μετά από δύο διαδοχικές γενικές εκλογές, τον Ιούνιο του 2023, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) εξασφάλισε την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η DBRS Morningstar θεωρεί ότι η πολιτική ατζέντα της νέας κυβέρνησης ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τις προσδοκίες. Επιπλέον, η νέα κυβέρνηση αναμένεται να παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι το χρέος θα μειωθεί στο 162,6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 και στο 135,2% μέχρι το τέλος του 2026.
Η ανάπτυξη των επενδύσεων οδηγεί την οικονομική απόδοση φέτος
Αφού γνώρισε ισχυρή ανάκαμψη το 2021, η ελληνική οικονομία συνέχισε σε σταθερή βάση το 2002 με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 5,9%, ξεπερνώντας τους μέσους όρους της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ. Το 2021, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 8,4%, υποστηριζόμενη από την ισχυρή ανάπτυξη των επενδύσεων και των εξαγωγών, καθώς και από τη συσσωρευμένη ιδιωτική κατανάλωση. Η οικονομία παρέμεινε ισχυρή το 2022 σημειώνοντας αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ 5,9% λόγω των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στην αγορά εργασίας και των μέτρων κρατικής στήριξης. Φέτος, η ανάπτυξη προβλέπεται να συγκρατηθεί, αν και να ξεπεράσει το 2,0%, καθώς τα σταθερά έσοδα από τον τουρισμό και η επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας θα στηρίξουν την οικονομία. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% φέτος, κυρίως λόγω των επενδύσεων. Υποστηριζόμενες επίσης από τα Ταμεία Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), οι επενδυτικές δαπάνες αυξάνονται από το 2019, αυξάνοντας το μερίδιο των επενδύσεων στο ΑΕΠ από 10,7% σε 13,7% στο τέλος του 2022. Κατά την άποψη της DBRS Morningstar, η εφαρμογή των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων έχει ενισχυθεί την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα σημειώνει πρόοδο με την εφαρμογή του σχεδίου Greece 2.0
Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει καλή πρόοδο με την εφαρμογή του σχεδίου Greece 2.0 αξιοποιώντας τόσο τη συνιστώσα επιχορήγησης όσο και τη συνιστώσα δανείου του NGEU. Αυτό βοηθά επίσης στην αύξηση του κεφαλαίου, το οποίο το 2022 έγινε θετικό, για πρώτη φορά από το 2009. Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα έχει λάβει 5,75 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 5,35 δισ. ευρώ για τη συνιστώσα του δανείου. Στα τέλη Αυγούστου, η κυβέρνηση ζήτησε να τροποποιήσει το σχέδιό της και να προσθέσει πρόσθετο κεφάλαιο στο κεφάλαιο REPowerEU. Το συνολικό κονδύλιο αναμένεται να φτάσει σχεδόν τα 36 δισεκατομμύρια ευρώ για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, γεγονός που προβλέπεται να συμβάλει στη κάλυψη του επενδυτικού χάσματος μεταξύ της Ελλάδας και των ομοτίμων της στην
Δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη
Η δημοσιονομική θέση βελτιώθηκε το 2022, η δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη είναι ένας βασικός παράγοντας που συμβάλλει στη βελτίωση των πιστώσεων. Από το 2009, η Ελλάδα πέρασε μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, με τη σωρευτική βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου να ξεπερνά τις 14 π.μ. έως το 2019. Μετά από χρόνια δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, η Ελλάδα κατέγραψε υψηλά ελλείμματα το 2020 και το 2021 λόγω της βαθιάς οικονομικής συρρίκνωσης και των μέτρων στήριξης για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Το δημοσιονομικό έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 9,7% του ΑΕΠ το 2020, το τρίτο μεγαλύτερο στην ΕΕ, πριν μειωθεί στο 7,1% του ΑΕΠ το 2021.. Η DBRS Morningstar πιστεύει ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει τη δέσμευσή της για δημοσιονομική ευθύνη. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% του ΑΕΠ από το 2024 έως το 2026.
Υψηλό το δημόσιο χρέος, αλλά με ευνοϊκή δομή και μειωμένο κόστος των επιτοκίων
Το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ, αλλά η ευνοϊκή δομή και το μειωμένο κόστος των επιτοκίων μετριάζουν τους κινδύνους. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας κορυφώθηκε στο 206,4% του ΑΕΠ το 2020 πριν υποχωρήσει στο 171,3% το 2022, λόγω των βελτιωμένων δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και της υψηλής αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Στον κρατικό προϋπολογισμό του 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει την πτωτική του τάση στο 162,6% το 2023, καταγράφοντας πτώση 43,8 ποσοστιαίων μονάδων από το 2020 και κάτω από τα επίπεδα του 2012. Οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών κρατικών ομολόγων μετά την καταγραφή ιστορικών χαμηλών επιπέδων το 2021 αυξήθηκαν, αλλά πρόσφατα υποχώρησαν κάτω από το 4%. Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες μετριασμού του κινδύνου που σχετίζονται με την ευνοϊκή δομή χρέους της Ελλάδας, καθώς ο επίσημος τομέας κατέχει περισσότερο από το 70% του δημόσιου χρέους με πολύ μεγάλη σταθμισμένη μέση διάρκεια λήξης 20 ετών στο τέλος του 2022 και με 100% του χρέους σε σταθερά επιτόκια .
Η Ελλάδα έχει αποπληρώσει πλήρως τα δάνειά της από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και προπλήρωσε 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ της Ελληνικής Δανειακής Διευκόλυνσης (δάνεια GLF) το 2022. Μια περαιτέρω πρόωρη αποπληρωμή αναμένεται μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Παρά το ευνοϊκό προφίλ χρέους, η DBRS Morningstar σημειώνει ότι η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας βασίζεται κυρίως στην ικανότητά της να επιστρέφει και να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα και σε σταθερούς ρυθμούς αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, καθώς μακροπρόθεσμα το χρέος του επίσημου τομέα θα αντικατασταθεί με χρέος που χρηματοδοτείται από την αγορά. θα είναι ευαίσθητα στην αστάθεια της αγοράς
Σημαντική πρόοδος στη μείωση των ΜΕΔ
Σημαντική πρόοδος στη μείωση των ΜΕΔ, αλλά τα υψηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητα αποπληρωμής των οφειλετών. Σημαντική προσπάθεια έχει γίνει για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ελλάδας. Ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε στο 8,8% στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2023 από 12,1% το πρώτο τρίμηνο του 2021, μειωμένος κατά 40,3 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017. Αυτή η μείωση οφείλεται κυρίως στις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του προγράμματος Hercules Asset Protection ( HAPS), το οποίο έληξε τον Οκτώβριο του 2022
Επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών
Ο χαμηλότερος τουρισμός και οι υψηλές τιμές εισαγωγής ενέργειας οδήγησαν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε επιδείνωση. Η βελτίωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας, η ανάκαμψη του ταξιδιωτικού ισοζυγίου και οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας είναι ελαφρυντικοί παράγοντες. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε το 2020 και το 2021, φθάνοντας στο 6,6% και στο 6,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, κυρίως λόγω της σημαντικής επιδείνωσης του ταξιδιωτικού ισοζυγίου ως αποτέλεσμα των περιορισμών της πανδημίας.
Ο τουριστικός τομέας ανέκαμψε έντονα το 2022 με τις διεθνείς αφίξεις τουριστών να έφτασαν σχεδόν το 90% των επιπέδων του 2019 και τις ταξιδιωτικές εισπράξεις το 99% των επιπέδων του 2019. Ο ξένος τουρισμός συνεχίζει να έχει καλές επιδόσεις φέτος με διεθνείς αφίξεις το πρώτο εξάμηνο του έτους να ξεπερνούν τα επίπεδα του 2019 και του 2022. Οι πρόσφατες πυρκαγιές σε ορισμένα νησιά δεν αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα ούτε στα δημόσια οικονομικά το 2023, αλλά εάν υπόκεινται σε υψηλή συχνότητα και επιπτώσεις θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν τις τουριστικές ροές τα επόμενα χρόνια. Η μακροοικονομική προσαρμογή από το 2010 και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας του 2012 έχουν βελτιώσει την εξωτερική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας έχουν βελτιωθεί σημαντικά, με τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών να αυξάνονται από 9,0% του ΑΕΠ το 2010 σε περίπου 27% το 2022. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αντιπροσωπεύουν πλέον περίπου το 50% του ΑΕΠ από 22% το 2010.
Άμεσες Ξένες Επενδύσεις σε επίπεδα ρεκόρ
Τα τελευταία δύο χρόνια, η Ελλάδα σημείωσε σημαντική αύξηση στις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ), οι οποίες κατέγραψαν υψηλό δύο δεκαετιών το 2022, φτάνοντας τα 7,2 δισ. ευρώ. Οι αυξημένες εισροές στην ΕΕ και εισροές ΑΞΕ θα αντισταθμίσουν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών του ισοζυγίου πληρωμών. Από την άποψη των μετοχών, οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις της Ελλάδας διαμορφώθηκαν σε υψηλά επίπεδα στο 141,3% του ΑΕΠ το 2022 από 171,9% το 2021, κυρίως λόγω της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Το επίπεδο αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα λόγω του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των ξένων επισήμων δανείων προς το δημόσιο τομέα.
Το ενδιαφέρον τώρα στρέφεται στην επόμενη αξιολόγηση, που ακολουθεί την Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου, από τον Moody’s.
Διαβάστε εδώ αναλυτικά την αξιολόγηση της DBRS Ratings