Μεγάλη αύξηση παρουσιάζει το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου τους πρώτους δύο μήνες του 2024, καθώς οι εξαγωγές υποχώρησαν σημαντικά, ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα (5/4) η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), η συνολική αξία των εξαγωγών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024 ανήλθε στο ποσό των 7,97 δισ. ευρώ έναντι σχεδόν 8,9 δισ.. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023. Παράλληλα, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024 ανήλθε σε 5,61 δισ. ευρώ έναντι 4,74 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, καταγράφοντας αύξηση, σε ευρώ, 18,4%.
Συγκριτικά οι εξαγωγές – εισαγωγές Φεβρ. 2024 έναντι Φεβρ. 2023
Συγκεκριμένα, η συνολική αξία των εισαγωγών, κατά το μήνα Φεβρουάριο 2024 ανήλθε στο ποσό των 6.997,8 εκατ. ευρώ (7.531,0 εκατ. δολάρια) έναντι 6.746,7 εκατ. ευρώ (7.207,2 εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2023 παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ, 3,7%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 παρουσίασε αύξηση κατά 389,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή 8,1%, ενώ η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 παρουσίασε αύξηση κατά 407,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 8,6%, σε σχέση με τον μήνα Φεβρουάριο 2023 .
Η συνολική αξία των εξαγωγών, κατά το μήνα Φεβρουάριο 2024 ανήλθε στο ποσό των 3.963,9 εκατ. ευρώ (4.291,8 εκατ. δολάρια) έναντι 4.482,8 εκατ. ευρώ (4.817,6 εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2023 παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 11,6%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 παρουσίασε οριακή μείωση κατά 54,4 εκατ. ευρώ δηλαδή 1,8% και η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 παρουσίασε μείωση κατά 11,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή 0,4%, σε σχέση με τον μήνα Φεβρουάριο 2023.
Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 ανήλθε σε 3.033,9 εκατ. ευρώ (3.239,2 εκατ. δολάρια) έναντι 2.263,9 εκατ. ευρώ (2.389,6 εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2023, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ, 34,0%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 παρουσίασε αύξηση του ελλείμματος κατά 443,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 24,1%, ενώ η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2024 παρουσίασε αύξηση κατά 418,9 εκατ. ευρώ, δηλαδή 22,7% σε σχέση με τον μήνα Φεβρουάριο 2023 (Πίνακας 1)
Η εικόνα στο χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024
Η συνολική αξία των εισαγωγών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024 ανήλθε στο ποσό των 13.584,3 εκατ. ευρώ (14.691,8 εκατ. δολάρια) έναντι 13.737,7 εκατ. ευρώ (14.713,1 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ 1,1%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 234,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή 2,4% και η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 235,6 εκατ. ευρώ, δηλαδή 2,5%, σε σχέση με το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2023 (Πίνακας 5)
Η συνολική αξία των εξαγωγών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024 ανήλθε στο ποσό των 7.970,0 εκατ. ευρώ (8.673,3 εκατ. δολάρια) έναντι 8.996,5 εκατ. ευρώ (9.693,1 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ 11,4%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 307,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 5,2% και η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε μείωση κατά 259,2 εκατ. ευρώ, δηλαδή 4,4%, σε σχέση με το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2023 (Πίνακας 5).
Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2024 ανήλθε σε 5.614,3 εκατ. ευρώ (6.018,5 εκατ. δολάρια) έναντι 4.741,2 εκατ. ευρώ (5.020,0 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ, 18,4%. Το αντίστοιχο μέγεθος χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 541,6 εκατ. ευρώ, δηλαδή 14,6% και το αντίστοιχο μέγεθος χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 494,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 13,3% .
Σε ό,τι αφορά στους προορισμούς των ελληνικών αγαθών, που εξήχθησαν, τα κράτη-μέλη της ΕΕ (27) απορρόφησαν το μεγαλύτερο μέρος εξ αυτών το 55,5%, ενώ οι Τρίτες Χώρες απορρόφησαν το 44,5%. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, τα ποσοστά διαμορφώθηκαν σε 66,1% για την ΕΕ (27) και σε 33,9% για τις Τρίτες Χώρες.