Εντυπωσιακή αύξηση της τάξης του 35% στις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ), σημείωσε η Ελλάδα το 2022 σε σχέση με το 2021 ενώ η αύξηση αγγίζει το 61% αν γίνει σύγκριση με το 2019, που ήταν προ Covid-19 έτος.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι (καθαρές) εισροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων στην Ελλάδα για το σύνολο του 2022, ξεπέρασαν τα 7,2 δις. ευρώ (7.221 εκατ. ευρώ), έναντι 5,3 δις. (5.350 εκατ. ευρώ) το ίδιο διάστημα του 2021.
Πρόκειται για επίπεδα ρεκόρ (οι μεγαλύτερες καθαρές εισροές ΞΑΕ από το έτος 2002), τα οποία επιβεβαιώνουν την ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας και την επιτυχημένη προσπάθεια που γίνεται τα τελευταία χρόνια, για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα.
Χώρες προέλευσης επενδυτικών κεφαλαίων
Η επενδυτική δραστηριότητα στη χώρα κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας προέρχεται κατά κύριο λόγο από κεφάλαια χωρών όπως η Ελβετία, το Λουξεμβούργο και η Κύπρος, με τη Γερμανία και την Ολλανδία να ακολουθούν. Την πρώτη δεκάδα συμπληρώνουν η Κίνα με το Χονγκ Κονγκ, που έχει ενισχύσει σημαντικά τη θέση της τα τελευταία χρόνια, η Γαλλία, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Ιταλία.
Βασικά χαρακτηριστικά:
Η επενδυτική δραστηριότητα στη χώρα προέρχεται κατά κύριο λόγο από εταιρείες σημαντικών αγορών, όπως εκείνη της ΕΕ. Στις 10 πρώτες χώρες με τη μεγαλύτερη αξία των καθαρών εισροών ΞΑΕ, οι έξι είναι χώρες της ΕΕ.
Η Ελλάδα για την περίοδο 2012-2022 συγκέντρωσε καθαρές εισροές ΞΑΕ 29,5 δις ευρώ από τις 10 πρώτες χώρες σε σχέση με τα 35,5 δις ευρώ από όλες τις χώρες μαζί ( ποσοστό 83%).
Στην πρώτη δεκάδα των χωρών που επενδύουν στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία ανήκουν επίσης χώρες εκτός ΕΕ, όπως η Ελβετία, η Κίνα με το Χονγκ Κονγκ, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, με τις χώρες αυτές να αυξάνουν σημαντικά την επενδυτική τους παρουσία τα τελευταία έτη.
Κλαδική κατανομή ξένων επενδύσεων
Οι καθαρές εισροές ΞΑΕ κατά τομέα οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα επικεντρώνονται τα τελευταία έτη κατά κύριο λόγο στον τριτογενή τομέα και ακολουθεί με σημαντική διαφορά ο δευτερογενής τομέας. Αντίστοιχη διάρθρωση ΞΑΕ εμφανίζει η πλειονότητα των ανεπτυγμένων χωρών.
Βασικά χαρακτηριστικά:
Συγκέντρωση των ΞΑΕ στις υπηρεσίες, ειδικά στις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, τη διαχείριση ακίνητης περιουσίας και τις δραστηριότητες αποθήκευσης και μεταφορών.
Το ποσοστό του δευτερογενούς τομέα είναι σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με τις δυνατότητες της χώρας, γεγονός που υποδεικνύει σημαντικά επενδυτικά περιθώρια. Το ίδιο ισχύει και για τον πρωτογενή τομέα, με πολύ μικρά ποσοστά ΞΑΕ, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα για τον κλάδο αυτό. Σημειώνεται ότι για μια περίοδο 11 ετών, από το 2012 έως το 2022, οι καθαρές εισροές ΞΑΕ στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα ανήλθαν σε μόλις 5,8 δις ευρώ σε σύνολο 35,5 δις ευρώ. Ειδικότερα:
Α. Μεταποίηση
Οι κλάδοι της μεταποίησης με πιο σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον κατά την περίοδο 2012-2022 ήταν τα τρόφιμα-ποτά-καπνός και τα φαρμακευτικά, και σε μικρότερο βαθμό τα ηλεκτρονικά προϊόντα και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τα μηχανήματα και είδη εξοπλισμού και τα χημικά.
Βασικά χαρακτηριστικά:
Οι κλάδοι της μεταποίησης με το σημαντικότερο επενδυτικό ενδιαφέρον κατά την περίοδο 2012-2022 είναι τα τρόφιμα-ποτά-καπνός και τα φαρμακευτικά. Άλλοι κλάδοι που συγκεντρώνουν σημαντικές εισροές ΞΑΕ στη μεταποίηση είναι τα ηλεκτρονικά προϊόντα και oι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα μηχανήματα.
Η συγκέντρωση επιχειρηματικής δραστηριότητας στους παραπάνω τομείς ευνοεί τόσο την εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων (επενδύσεις Greenfield) στην Ελλάδα, όσο και την επενδυτική συνεργασία ξένων με ελληνικές επιχειρήσεις για την παραγωγή τελικών προϊόντων που θα καλύπτουν τις ανάγκες της εσωτερικής και της διεθνούς αγοράς.
Β. Υπηρεσίες
Στους κλάδους των υπηρεσιών με σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον κατά την περίοδο 2012-2022, που αντιπροσωπεύουν το 73% του συνόλου, συγκαταλέγονται οι χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, η διαχείριση ακινήτων (ειδικά τα τελευταία χρόνια), και οι μεταφορές- αποθήκευση.
Αξίζει να σημειωθεί πως στην κατηγορία «διαχείριση ακινήτων» δεν περιλαμβάνονται στο παρακάτω σχήμα (σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση της Τράπεζας της Ελλάδος) οι ιδιωτικές αγοραπωλησίες ακινήτων, που άγγιξαν αθροιστικά τα 4,5 δις ευρώ την περίοδο 2012-2022.