Η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται σε μια περίοδο εύθραυστης ανάκαμψης, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του ΔΝΤ και αναλύσεις του Economist. Οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης – Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία – προβλέπεται να σημειώσουν ασθενική ανάπτυξη μόλις 0,4% το 2025, ενώ για το 2026 αναμένεται να αγγίξουν μόλις το 1%.
Ένας από τους βασικούς λόγους για αυτή τη συγκρατημένη βελτίωση είναι η υποχώρηση του πληθωρισμού, που τον Αύγουστο περιορίστηκε στο 2,1%, σε συνδυασμό με τη μείωση των επιτοκίων. Η εξέλιξη αυτή έχει αρχίσει να αποτυπώνεται στον κατασκευαστικό κλάδο, ενώ οι καταναλωτές, με αυξημένους μισθούς αλλά υψηλά ποσοστά αποταμίευσης, παραμένουν το μεγάλο ερωτηματικό για την τόνωση της ζήτησης.
Στο πολιτικό επίπεδο, οι εντάσεις παραμένουν έντονες. Η Γαλλία βρίσκεται σε κρίση μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης λόγω διαφωνιών για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, γεγονός που εκτίναξε τις αποδόσεις των ομολόγων σε επίπεδα αντίστοιχα με της Ιταλίας. Στη Γερμανία, αντίθετα, ο δείκτης επιχειρηματικού κλίματος του ινστιτούτου ifo δείχνει τη μεγαλύτερη αισιοδοξία από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Παράλληλα, η Ισπανία συνεχίζει να ξεχωρίζει, παρουσιάζοντας ισχυρή ανάπτυξη σε μεταποίηση και υπηρεσίες, τροφοδοτούμενη από υψηλή μετανάστευση από τη Λατινική Αμερική.
Οι αβεβαιότητες στο διεθνές εμπόριο αποτελούν σοβαρό εμπόδιο. Οι δασμοί που επιβάλλει η κυβέρνηση Τραμπ, η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία και ο σκληρός ανταγωνισμός από την Κίνα περιορίζουν τις εξαγωγικές προοπτικές. Οι Γερμανοί κατασκευαστές μηχανημάτων είδαν τις πωλήσεις τους σε ΗΠΑ και Κίνα να μειώνονται σημαντικά, αν και νέες αγορές, όπως η Mercosur και η Μέση Ανατολή, εμφανίζουν αυξημένο ενδιαφέρον.
Η ΕΕ επιχειρεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητά της μέσω επενδύσεων. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων σχεδιάζει να διαθέσει 70 δισ. ευρώ σε τεχνολογικές επιχειρήσεις έως το 2027, ενώ το venture capital, παρότι εμφάνισε πτώση το δεύτερο τρίμηνο του 2025, δείχνει σημάδια σταθερότητας. Παράλληλα, αυξάνονται οι δαπάνες για την άμυνα, με τη Γερμανία να ηγείται της προσπάθειας.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι παραμένουν. Η πολιτική αστάθεια στη Γαλλία, οι πιθανές νέες εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ και οι καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις σκιάζουν την ανάκαμψη. Όπως τονίζει ο Jens Eisenschmidt της Morgan Stanley, οι αρνητικές τάσεις υπερισχύουν ακόμη. Παρ’ όλα αυτά, η προσαρμοστικότητα των ευρωπαϊκών αγορών και επιχειρήσεων δίνει μια δόση αισιοδοξίας ότι, μετά από χρόνια αναταράξεων, η ήπειρος ίσως βαδίζει προς μια περίοδο μεγαλύτερης σταθερότητας.
moneyview.gr με πληροφορίες από Economist