Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη δημοσιονομική τροχιά της Ευρώπης τις επόμενες δεκαετίες, επισημαίνοντας ότι χωρίς αποφασιστικές παρεμβάσεις, το δημόσιο χρέος των ευρωπαϊκών χωρών κινδυνεύει να εκτοξευθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα. Στην πρόσφατη έκθεσή του με τίτλο «How Can Europe Pay for Things That It Cannot Afford?», το ΔΝΤ αναλύει τις αυξανόμενες πιέσεις που δέχονται οι εθνικοί προϋπολογισμοί και προτείνει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την αντιμετώπισή τους.
Οι παράγοντες που αυξάνουν τις δαπάνες
Οι δημοσιονομικές πιέσεις προέρχονται από τρεις βασικούς τομείς: υγειονομική περίθαλψη και συντάξεις, άμυνα και κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ταμείου, αυτές οι δαπάνες θα αυξήσουν κατά μέσο όρο τις δημόσιες δαπάνες των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών οικονομιών κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έως το 2040. Στην Κεντρική, Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη η αύξηση αναμένεται ακόμη μεγαλύτερη, φθάνοντας τις 5,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.
Χωρίς δημοσιονομικές παρεμβάσεις, η εικόνα γίνεται ιδιαίτερα ανησυχητική. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος στην Ευρώπη θα προσεγγίσει κατά μέσο όρο το 130% του ΑΕΠ έως το 2040, σχεδόν διπλάσιο από τα σημερινά επίπεδα. Αν το χρέος σταθμιστεί με βάση το μέγεθος των οικονομιών, το ποσοστό φτάνει στο 155% του ΑΕΠ, καθώς οι μεγαλύτερες οικονομίες συγκεντρώνουν και το μεγαλύτερο βάρος του χρέους.
Το πρόβλημα όμως δεν περιορίζεται στο ύψος του χρέους. Το ΔΝΤ προειδοποιεί πως η αύξηση του χρέους μπορεί να επιβραδύνει περαιτέρω την οικονομική ανάπτυξη, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Η οικονομική βιβλιογραφία δείχνει ότι όταν το χρέος υπερβαίνει το 75% του ΑΕΠ, μια αύξηση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μειώνει τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης κατά 0,05 έως 0,2 ποσοστιαίες μονάδες. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το εύρημα, το Ταμείο εκτιμά ότι μέχρι το 2040 ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης μπορεί να μειωθεί κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, γεγονός ιδιαίτερα ανησυχητικό όταν ο μέσος δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρώπη κυμαίνεται γύρω στο 2%.
Ο φαύλος κύκλος υψηλού χρέους – χαμηλής ανάπτυξης
Το υψηλό δημόσιο χρέος δεν επιβαρύνει μόνο τους προϋπολογισμούς αλλά και τις προοπτικές της οικονομίας. Αυξάνει τα επιτόκια δανεισμού, ενισχύει τις πληθωριστικές προσδοκίες, δυσχεραίνει τις παραγωγικές επενδύσεις και μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, λόγω της στενής σχέσης τραπεζών και κρατικών ομολόγων.
Με πιο αδύναμη ανάπτυξη και υψηλότερα επιτόκια, ο μέσος δείκτης χρέους μπορεί να φτάσει μέχρι το 150% του ΑΕΠ έως το 2040 (ή στο 190% σταθμισμένο ως προς το ΑΕΠ).
Η λύση: Τρεις πυλώνες για δημοσιονομική σταθερότητα
Για την αντιμετώπιση της κατάστασης, το ΔΝΤ προτείνει μια φιλόδοξη και πολυεπίπεδη δημοσιονομική στρατηγική βασισμένη σε τρεις πυλώνες.
Πρώτον, μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη και τη διαχειριστική ικανότητα των κρατών. Μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στην αγορά προϊόντων, βελτίωση της διακυβέρνησης, εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς και προσαρμογές στα συνταξιοδοτικά συστήματα αποτελούν βασικά στοιχεία αυτής της προσπάθειας.
Δεύτερον, μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική εξυγίανση, τόσο από την πλευρά των εσόδων όσο και από την πλευρά των δαπανών. Η κινητοποίηση εσόδων, η μεταρρύθμιση των φορολογικών συστημάτων και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών κρίνονται απαραίτητες.
Τρίτον, σε ορισμένες χώρες μπορεί να απαιτηθούν ακόμη πιο ριζοσπαστικά μέτρα, που ενδέχεται να περιλαμβάνουν την επανεκτίμηση του εύρους των δημόσιων υπηρεσιών και τον ορισμό νέων προτεραιοτήτων.
Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε μια κρίσιμη δημοσιονομική πρόκληση που απαιτεί έγκαιρη δράση. Το ΔΝΤ θέτει με σαφήνεια τα δεδομένα: χωρίς αποφασιστικές και καλά σχεδιασμένες παρεμβάσεις, η εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους θα μπορούσε να υπονομεύσει την οικονομική σταθερότητα και τις προοπτικές ανάπτυξης της ηπείρου για δεκαετίες.



















