Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας ξεπέρασε για πρώτη φορά το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια το 2025, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της κινεζικής διοίκησης Τελωνείων. Η επίδοση αυτή αντανακλά την ισχυρή ανάκαμψη των εξαγωγών τον Νοέμβριο και την επιτυχία του Πεκίνου να διαφοροποιήσει τις εξαγωγικές του αγορές, αντισταθμίζοντας τη θεαματική πτώση των παραδόσεων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Συνολικά, το θετικό καθαρό αποτέλεσμα των εμπορικών συναλλαγών της Κίνας με τον υπόλοιπο κόσμο ανήλθε στα 1,08 τρισ. δολάρια για την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου, ξεπερνώντας το περσινό ρεκόρ των 992 δισ. δολαρίων για ολόκληρο το 2024. Οι εξαγωγές του Νοεμβρίου αυξήθηκαν κατά 5,9% σε ετήσια βάση, ενώ οι εισαγωγές ενισχύθηκαν κατά 1,9%, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Η ανάκαμψη αυτή ήρθε μετά από μια απροσδόκητη συρρίκνωση των εξαγωγών κατά 1,1% τον Οκτώβριο, γεγονός που είχε προκαλέσει ανησυχία στους αναλυτές για την ανθεκτικότητα της κινεζικής οικονομίας. Η αύξηση του Νοεμβρίου ξεπέρασε τις προβλέψεις των οικονομολόγων και του πρακτορείου Bloomberg, το οποίο ανέμενε άνοδο 4%.
Η πτώση στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ και η στροφή σε νέες αγορές
Παρά τη συνολική ενίσχυση των εξαγωγών, οι αποστολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκαν σχεδόν κατά 29% σε ετήσια βάση. Οι εξαγωγές προς την αμερικανική αγορά ανήλθαν σε 33,8 δισ. δολάρια τον Νοέμβριο, έναντι 47,3 δισ. την ίδια περίοδο του 2024. Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στην επαναφορά των εμπορικών εντάσεων μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο στις αρχές του έτους.
Ωστόσο, η Κίνα κατάφερε να αντισταθμίσει τη μείωση μέσω της ενίσχυσης των εμπορικών δεσμών με άλλες περιοχές του πλανήτη. Οι εξαγωγές προς τη Νοτιοανατολική Ασία, την Αφρική, την Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική αυξήθηκαν σημαντικά, ενισχύοντας τη θέση της χώρας ως κορυφαίας εξαγωγικής δύναμης παγκοσμίως.
Σύμφωνα με αναλυτές της Capital Economics, «η αδυναμία των εξαγωγών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις αποστολές προς άλλες αγορές», ενώ η βελτίωση του Νοεμβρίου αποδεικνύει ότι η Κίνα συνεχίζει να προσαρμόζεται στις νέες γεωοικονομικές συνθήκες.
Εμπορική εκεχειρία και προοπτικές
Το τελευταίο διάστημα, Πεκίνο και Ουάσιγκτον κατέληξαν σε μια προσωρινή εμπορική εκεχειρία μετά από συνάντηση του Προέδρου Τραμπ και του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα, στα τέλη Οκτωβρίου. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε αμοιβαία μέτρα εκτόνωσης: οι ΗΠΑ μείωσαν ορισμένους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα, ενώ η Κίνα δεσμεύτηκε να περιορίσει τους ελέγχους εξαγωγών σε στρατηγικές πρώτες ύλες, όπως οι σπάνιες γαίες.
Παρότι οι επιπτώσεις αυτής της συμφωνίας δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί πλήρως στα στοιχεία του Νοεμβρίου, οικονομολόγοι όπως η Λιν Σονγκ της ING Bank εκτιμούν ότι η χαλάρωση των περιορισμών θα ενισχύσει περαιτέρω τις εξαγωγές τους επόμενους μήνες.
Αδύναμη εσωτερική ζήτηση και προκλήσεις
Παρά τα εντυπωσιακά στοιχεία του εξωτερικού εμπορίου, η κινεζική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές εσωτερικές προκλήσεις. Η εργοστασιακή δραστηριότητα συρρικνώθηκε για όγδοο συνεχόμενο μήνα τον Νοέμβριο, ενώ η εσωτερική κατανάλωση παραμένει υποτονική. Ο τομέας των ακινήτων συνεχίζει να πιέζεται από κρίση χρέους, η ανεργία των νέων παραμένει υψηλή και ο πληθυσμός της χώρας γηράσκει ραγδαία.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Pinpoint Asset Management, Ζιουέι Ζανγκ, σημείωσε ότι «η επαναφορά της αύξησης των εξαγωγών μετριάζει την αδυναμία της εγχώριας ζήτησης», ωστόσο η οικονομική δυναμική επιβραδύνεται στο τέταρτο τρίμηνο.
Εστίαση στην προηγμένη μεταποίηση
Οι Κινέζοι ηγέτες προβλέπουν ανάπτυξη περίπου 5% για το 2025 και έχουν θέσει ως προτεραιότητα την ενίσχυση της προηγμένης μεταποίησης. Κατά τη συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, υπό τον Σι Τζινπίνγκ, τονίστηκε η ανάγκη για «επιδίωξη της προόδου με διασφάλιση της σταθερότητας». Η έμφαση δίνεται στην τεχνολογική καινοτομία και στην ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης, ώστε να περιοριστεί η εξάρτηση από τις εξαγωγές.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Morgan Stanley, η Κίνα θα αυξήσει το μερίδιό της στις παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών από 15% σήμερα σε 16,5% έως το 2030, χάρη στην τεχνολογική της υπεροχή σε τομείς όπως τα ηλεκτρικά οχήματα, οι μπαταρίες και η ρομποτική.
Όπως σημειώνει ο Chetan Ahya, επικεφαλής οικονομολόγος της Morgan Stanley για την Ασία, «παρά τις εμπορικές εντάσεις και τον αυξανόμενο προστατευτισμό, η Κίνα είναι πιθανό να διατηρήσει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα στην παγκόσμια αγορά».



















