Στο πλαίσιο εκδήλωσης του Economic Club Canada στο Τορόντο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε συζήτηση με τον επιχειρηματία Nik Nanos, υπογραμμίζοντας τις ευκαιρίες που ανοίγονται για επενδύσεις στην Ελλάδα.
Κληθείς από τον συνομιλητή του να γυρίσει πίσω στο 2019 και να θυμηθεί τις πρώτες 100 μέρες της πρωθυπουργίας του, ο κ. Μητσοτάκης περιέγραψε την οικονομική κατάσταση στην οποία βρισκόταν τότε η χώρα, «ούσα ακόμη υπό την εποπτεία των ευρωπαϊκών θεσμών και θεωρούμενη από πολλούς ως το “μαύρο πρόβατο” της Ευρώπης, όταν δεν ήταν ελκυστικός επενδυτικός προορισμός» και τόνισε ότι στόχος της κυβέρνησης ήταν να οδηγήσει τη χώρα σε τροχιά υψηλής ανάπτυξης.
«Βεβαίως, στη συνέχεια χρειάστηκε να γίνει διαχείριση της πανδημίας, αλλά η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης αποδείχθηκε συνολικά επιτυχημένη καθώς κατόρθωσε λελογισμένα να μειώσει φόρους χωρίς να απειληθεί η δημοσιονομική ισορροπία των μακροοικονομικών προβλέψεων, βελτίωσε το κανονιστικό περιβάλλον παρέχοντας ένα σταθερό και προβλέψιμο πλαίσιο για τις επιχειρήσεις που θα ήθελαν να επενδύσουν» σημείωσε και είπε ότι θεωρεί πως η περίπτωση της καναδικής εξορυκτικής εταιρείας Eldorado Gold ήταν από πολλές πλευρές ενδεικτική της προόδου που επετεύχθη. Εξήγησε ότι μέσω της επένδυσης αυτής, δημιουργήθηκαν πολλές νέες θέσεις εργασίας σε μια σχετικά φτωχή περιοχή της χώρας, ενώ η οικονομική αυτή δραστηριότητα βοηθά βεβαίως και την οικονομία της χώρας.
Τόνισε ότι αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα «καθώς η κυβέρνηση κατάφερε να καταστήσει τη χώρα ελκυστικό επενδυτικό προορισμό σε μια σειρά από τομείς».
Σε ερώτηση σχετικά με το πόσο εύκολα επετεύχθη αυτή η πρόοδος, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε πως δεν ήταν περίπατος. «Υπήρχαν αρκετά εμπόδια. Ωστόσο κατάφερε να χτίσει μια πολύ καλή ομάδα και το γεγονός ότι διέθετε απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή ήταν κάτι που βοήθησε την κατάσταση. Δείτε το ευρωπαϊκό πολιτικό περιβάλλον αυτή τη στιγμή. Κυβερνήσεις δεν έχουν πολύ ισχυρή εντολή. Εμείς δεν έχουμε μειοψηφική κυβέρνηση» δήλωσε και αναφέρθηκε στο παράδειγμα της Πορτογαλίας.
Ειδική αναφορά έκανε στην επανεκλογή της κυβέρνησής του, όταν ο ελληνικός λαός δίνοντάς της την πλειοψηφία μετά τις διπλές εκλογές το 2023, ήταν κάτι που τον έκανε να νιώσει ότι πέτυχε την πιο μεγάλη και κρίσιμη νίκη καταφέρνοντας να πείσει τους πολίτες να τον εμπιστευτούν για άλλα τέσσερα χρόνια.
Στη συνέχεια έπειτα από σχετική ερώτηση, τόνισε ότι η οικονομία αναπτύσσεται και θεωρεί ότι θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με καλύτερο ρυθμό από το μέσο όρο της ΕΕ. «Επενδύουμε σε μικροοικονομία ισχυρή και σταθερή μακροοικονομία. Το έλλειμμα μειώνεται με ταχύτατους ρυθμούς και δεν έχουμε καμία σχέση με όσα πήγαν στραβά πριν από δέκα χρόνια. Τα αφήσαμε πίσω μας και έχουμε μια σταθερή οικονομία με τομείς που ηγούμαστε όπως ο τουρισμός που προσελκύει και επενδύσεις. Είμαστε κορυφαίοι στην αγορά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και άλλους τομείς» ανέφερε. Επισήμανε ακόμη πως στη ΝΑ Ευρώπη, η χώρα μας είναι κέντρο τεχνολογίας.
Ο πρωθυπουργός μίλησε ακολούθως για την ελληνο-καναδική συνεργασία και τους ισχυρούς δεσμούς των δύο χωρών, επισημαίνοντας πως η πρόκληση είναι η περαιτέρω ανάπτυξή τους και η προσέγγιση μιας νέας γενιάς επενδυτών.
Κληθείς να περάσει ένα μήνυμα στην ελληνική Διασπορά του Καναδά, ο πρωθυπουργός έκανε αναφορά στην επιστολική ψήφο. Υπογράμμισε ότι για πρώτη φορά σε αυτές τις εκλογές μπορούν να ψηφίσουν οι ομογενείς μέσω επιστολικής ψήφου. Ανέφερε ότι αρχικά δημιουργήθηκαν κέντρα εκλογικά σε πρεσβείες όπου υπάρχει ελληνική Διασπορά. «Τώρα πάμε ένα βήμα παραπέρα ώστε να δοθεί η ευκαιρία σε όλους να ψηφίσουν μέσω της επιστολικής ψήφου».
Ο πρωθυπουργός μίλησε επίσης για την αγορά των Canadair και την ενίσχυση της Πολιτικής Προστασίας, για την επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και για γεωπολιτικά ζητήματα μεγάλης σημασίας και το πώς αυτά επηρεάζουν τις οικονομίες ανά τον κόσμο.
Η Ελλάδα μπορεί να εξελιχθεί σε παγκόσμιο κέντρο logistics
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε πολλά στην Ευρώπη καθώς κάποιες αγορές είχαν μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τα ρωσικά καύσιμα που ήταν φτηνά. «Αυτό άλλαξε άρδην. Τώρα η χώρα μας παίζει σημαντικό ρόλο στα υγροποιημένα καύσιμα γιατί αποτελεί κόμβο και έχει πλέον έναν σημαντικό γεωπολιτικό ρόλο στη διασφάλιση της μεταφοράς των καυσίμων» σημείωσε.
Ειδική μνεία έκανε στον διάδρομο μέσω Ινδίας που είναι σημαντικός καθώς πιστεύει ο ίδιος στη δυναμική της χώρας αυτής και στην ενίσχυσή της ολοένα και περισσότερο. Εξήγησε ότι έως το 2030 θα είναι η 3η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη και πρέπει να βρούμε έναν εναλλακτικό διάδρομο προς την Ευρώπη. «Να γίνουμε ένα κέντρο διαμετακόμισης» όπως ανέφερε. Τόνισε μάλιστα πως επενδύουμε σε αυτό και θεωρεί πως η χώρα μας μπορεί να εξελιχθεί σε παγκόσμιο κέντρο logistics, κάτι που αποτελεί βέβαια μακρόπνοο σχέδιο αλλά με δεδομένο ότι πιστεύει στη συνεργασία της Ινδίας με την Ευρώπη, ο ρόλος της Ελλάδας θα είναι κομβικός.
Για τα πυροσβεστικά αεροσκάφη και την «πράσινη οικονομία» στην Ελλάδα, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι κάθε απειλή αποτελεί και μια δυνητική ευκαιρία. «Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την αλλαγή του κλίματος και αυτό έχει κόστος» προσέθεσε. Αναφέρθηκε στις πρόσφατες πλημμύρες στη Θεσσαλία, «ένα φαινόμενο που εμφανίζεται μία φορά κάθε χίλια χρόνια», επισημαίνοντας πως πρέπει να συνηθίσουμε αυτές τις ακραίες συνθήκες και είναι παραπάνω από αναγκαίο να προσαρμοστούμε».
Για την Ελλάδα, ωστόσο, το όραμά του είναι να γίνει μια ευημερούσα χώρα, όχι ουραγός, αλλά πρωταγωνίστρια στην ΕΕ. Τόνισε ότι όταν η χώρα μας μπήκε στην ΕΕ στη δεκαετία του ’70 ήταν μια φτωχή χώρα, πολύ πίσω στο ΑΕΠ, ενώ τώρα θέλει να την οδηγήσει σε υψηλή θέση και έχει συγκεκριμένους στόχους μέσω μιας σταθερής ανάπτυξης.
Εκείνο ωστόσο που προσδιόρισε ως θεμελιώδες πρόβλημα για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες σήμερα ήταν οι εισοδηματικές ανισότητες και υπογράμμισε την ανάγκη να λυθούν τα ζητήματα τέτοιων ανισοτήτων, πιστεύοντας θεμελιωδώς στην ανάγκη αυτή, χωρίς όπως είπε να είναι σοσιαλιστής. Στο σημείο αυτό αναφέρθηκε στην επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού στη χώρα μας.
Ολοκληρώνοντας μίλησε για το όραμά του για μια δημοκρατία που θα είναι λειτουργική, όπου οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, σε καλή παιδεία, καλή υγεία και μια χώρα που θα δίνει μεγαλύτερη σημασία στην ευημερία των πολιτών της.