“Η ισχυρή υποχώρηση των τραπεζικών μετοχών το τελευταίο διάστημα έχει επισκιάσει τα οφέλη των ελληνικών τραπεζών από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας” σημειώνει σε σημερινό του άρθρο το ΑΠΕ-ΜΠΕ και προσθέτει ότι “οι επερχόμενες αναβαθμίσεις και από τους υπόλοιπους και πιο ισχυρούς οίκους (S&P, Fitch, Moody΄s) θα άρουν ένα εμπόδιο που εμποδίζει τους διαχειριστές κεφαλαίων να διακρατούν στα χαρτοφυλάκιά τους ομόλογα ελληνικών τραπεζών, τα οποία επί του παρόντος τυγχάνουν διαπραγμάτευσης σε αποδόσεις σημαντικά μεγαλύτερες από αυτές των ευρωπαϊκών ομολόγων.”
Ειδικότερα για τις τράπεζες, το ΑΠΕ-ΜΠΕ αναφέρει ότι “η αναβάθμιση σε investment grade μεταφράζεται σε βελτιωμένες συνθήκες χρηματοδότησης, εξοικονόμηση κόστους επιτοκίου στις μελλοντικές εκδόσεις MREL (Απαίτηση Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων ύψους περίπου 8 δισ. και βελτίωση της ποιότητας των χαρτοφυλακίων τίτλων τους, τα οποία αποτελούνται κυρίως από τίτλους ελληνικών ομολόγων.
Επίσης μακροπρόθεσμα οι ελληνικές τράπεζες θα είναι περισσότερο οχυρωμένες σε τυχόν χρηματοπιστωτικές κρίσεις, καθώς η ρευστότητά τους θα είναι διασφαλισμένη, λόγω της επιλεξιμότητας των ομολόγων τους για δανεισμό από την ΕΚΤ. Οι τράπεζες αναμένεται να έχουν λοιπόν χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης και βελτιωμένη ρευστότητα λόγω της μείωσης των haircut της ΕΚΤ στις εξασφαλίσεις των ελληνικών ομολόγων και της συμπερίληψης αυτών σε όλες τις μελλοντικές πράξεις της. Θα μπορούν να δανείζονται από την ΕΚΤ με εγγύηση ομόλογα του δημοσίου που θα αποτιμώνται στην πραγματική τους αξία. Σήμερα, η ΕΚΤ κάνει κατ’ εξαίρεση δεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις αλλά με έκπτωση 50% στην αξία τους.
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του δημοσίου θα αναβαθμίσει και το αξιόχρεο των τραπεζών, οι οποίες θα μπορούν να δανείζονται με πιο χαμηλά επιτόκια από τη διατραπεζική αγορά. Ο φθηνότερος δανεισμός για τις τράπεζες σημαίνει εξίσου φθηνός δανεισμός και για επιχειρήσεις και νοικοκυριά”.
Οι τραπεζικές μετοχές έχουν καταγράψει απώλειες πάνω από 3,5 δισ. ευρώ σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης
Όσον αφορά την καθοδική πορεία των τραπεζικών μετοχών το τελευταίο χρονικό διάστημα το Αθηναικό πρακτορείο επισημαίνει πως οι τραπεζικές μετοχές έχουν καταγράψει απώλειες πάνω από 3,5 δισ. ευρώ σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης, από τα υψηλά του περασμένου Ιουλίου, ενώ ο τραπεζικός δείκτης σημειώνει απώλειες 17%. Μία πτώση η οποία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο από το ισχυρό profit taking που ακολούθησε τις υψηλές αποδόσεις που κατέγραφε ο τραπεζικός δείκτης από τις αρχές του έτους, οι οποίες έφθαναν μέχρι και το 70%.
Από τα υψηλά τους, με βάση το κλείσιμο της Πέμπτης, η μετοχή της Πειραιώς υποχωρεί 25,77%, η Alpha Bank κατά 22,84%, η Εθνική κατά 16,94% και η Eurobank κατά 11,87%.
Κλείνοντας, το ΑΠΕ-ΜΠΕ μεταφέρει εκτιμησείς αναλυτών οι οποίοι θεωρούν, ότι η κακή εικόνα των τραπεζικών μετοχών οφείλεται στην αποχώρηση κάποιων ξένων επενδυτών που επενδύουν αποκλειστικά σε οικονομίες που δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα, και μετά από την απόκτηση της από την Ελλάδα αποσύρονται σταδιακά από το Χ.Α. Την ίδια ώρα πολλά funds που επενδύουν σε οικονομίες με επενδυτική βαθμίδα δεν έχουν αρχίσει ακόμη να τοποθετούνται στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Επίσης αρκετά κεφάλαια που επενδύουν σε Χώρες με επενδυτική βαθμίδα, βάσει του καταστατικού τους, θα πρέπει να περιμένουν και δύο επίσημα αναγνωρισμένους Οίκους, να εντάξουν την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ