Επιβραδύνεται αλλά παραμένει το brain drain, ενώ κλειδί χαρακτηρίζονται οι επενδύσεις για να μεταστραφεί σε brain gain στην εβδομαδιαία έκθεσης της, η Eurobank Research.
Αναμφισβήτητα, η πολυετής κρίση χρέους της περασμένης δεκαετίας επηρέασε εντόνως αρνητικά τις παραγωγικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, οδηγώντας στη μείωση όχι μόνο του παραγόμενου αλλά και του δυνητικού προϊόντος.
Συγκεκριμένα, από το 2010 μέχρι το 2021, οι επενδύσεις παγίων ήταν διαρκώς χαμηλότερες από τις αντίστοιχες αποσβέσεις, συντελώντας στη συρρίκνωση του φυσικού κεφαλαίου κατά €94,8 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη μακροοικονομική βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (AMECO, έκδοση Νοε-22), το 2021 η παραγωγικότητα των συντελεστών της παραγωγής (Total Factor Productivity) ήταν μικρότερη κατά 21,1% σε σύγκριση με την κορυφή του 2007. Τέλος, σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό ικανό προς εργασία (ηλικιακή ομάδα 15-64 ετών), από τα 7,4 εκατ. το 2009 μειώθηκε στα 6,7 εκατ. το 2022 (Σχήμα 1).
Η μείωση του πληθυσμού ικανού προς εργασία τα τελευταία 13 χρόνια, πέραν άλλων σημαντικών παραγόντων όπως ο χαμηλός ρυθμός γεννητικότητας, συνδέεται και με τη μετανάστευση Ελλήνων και Ελληνίδων στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους (μεγάλη ύφεση και μεγάλη στασιμότητα), μια εξέλιξη που είναι ευρέως γνωστή στον δημόσιο διάλογο ως εκροή ανθρώπινου κεφαλαίου (brain drain).
Στο Σχήμα 2 παραθέτονται στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat), αναφορικά
με τις μεταναστευτικές ροές προς και από την Ελλάδα των ατόμων με ελληνική υπηκοότητα (τα εν
λόγω στοιχεία είναι ενδεικτικά του brain drain περιέχοντας ωστόσο το σύνολο των ηλικιακών ομάδων).
Παρατηρούμε τα εξής:
Από το 2010 μέχρι το 2021, η εξερχόμενη μετανάστευση από την Ελλάδα των ατόμων με ελληνική υπηκοότητα (όλων των ηλικιών) ήταν διαρκώς υψηλότερη από την αντίστοιχη εισερχόμενη μετανάστευση προς την Ελλάδα. Σωρευτικά, η εξερχόμενη μετανάστευση ανήλθε στα 592,2 χιλ. άτομα και η εισερχόμενη στα 342,9 χιλ. άτομα. Ως εκ τούτου, το μεταναστευτικό ισοζύγιο των ατόμων με ελληνική υπηκοότητα (καθαρή εισερχόμενη μετανάστευση) διαμορφώθηκε στα -249,2 χιλ. άτομα. Η καθαρή μεταναστευτική εκροή των ατόμων με ελληνική υπηκοότητα σταδιακά φθίνει. Από τα 39,1 χιλ άτομα το 2012 μειώθηκε στα 5,9 χιλ. άτομα το 2021 (δεύτερος μικρότερος ρυθμός).
Το εν λόγω αποτέλεσμα εξηγείται σε έναν βαθμό από τις καλύτερες προοπτικές που εμφανίζει σήμερα η ελληνική οικονομία σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Παρατηρούμε ότι καθαρή μεταναστευτική εκροή των ατόμων με ελληνική υπηκοότητα κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια των ετών της μεγάλης ύφεσης στην Ελλάδα και διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα κατά τη διάρκεια των ετών της μεγάλης στασιμότητας.
Το 2021 παρότι η οικονομία ανέκαμψε απότομα από την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία, η καθαρή μεταναστευτική ροή παρέμεινε αρνητική (εκροή), αποτέλεσμα που φανερώνει ότι εξακολουθούν να υφίστανται δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας που εμποδίζουν την αντιστροφή του φαινομένου.
Όσο βελτιώνονται οι προοπτικές που εμφανίζει η ελληνική οικονομία, όσο μειώνεται η αβεβαιότητα και η ανεργία (Σχήμα 3), όσο δημιουργούνται προϋποθέσεις για αύξηση των επενδύσεων και εξασφάλισης περισσότερων και καλύτερα αμειβομένων θέσεων εργασίας, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα η καθαρή μεταναστευτική εκροή των τελευταίων 12 ετών να μετατραπεί σε εισροή (brain gain) με ευεργετικές επιδράσεις για την οικονομία και το κοινωνικό σύνολο.
Διαβάστε εδώ την πλήρη ανάλυση της Eurobank Research