Η επίσημη συμμετοχή της αμερικανικής Chevron από κοινού με την Helleniq Energy στον διεθνή διαγωνισμό για την παραχώρηση δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές νότια της Κρήτης και της Πελοποννήσου σηματοδοτεί μια από τις σημαντικότερες εξελίξεις για τον ενεργειακό τομέα της Ελλάδας.
Οι δύο εταιρείες κατέθεσαν κοινή προσφορά για τις τέσσερις παραχωρήσεις που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη: «Α2», «Νότια της Πελοποννήσου», «Νότια της Κρήτης 1» και «Νότια της Κρήτης 2», συνολικής έκτασης περίπου 47 χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Για τη Helleniq Energy, η συμμετοχή αυτή συμπληρώνει τις περιοχές όπου ήδη έχει παρουσία σε έρευνα και παραγωγή. Για τη Chevron, πρόκειται για την πρώτη στρατηγική είσοδο στην ελληνική αγορά, γεγονός που καταδεικνύει τη γεωπολιτική σημασία της χώρας και τις προοπτικές του ενεργειακού της τομέα.
Η οικονομική διάσταση του εγχειρήματος είναι εντυπωσιακή: το κόστος μιας μόνο ερευνητικής γεώτρησης εκτιμάται ότι μπορεί να ξεπεράσει τα 100 εκατομμύρια δολάρια. Σε περίπτωση εντοπισμού εμπορικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων, τα πιθανά αποθέματα φυσικού αερίου σε Ιόνιο και Κρήτη, που υπολογίζονται σε 680 δισ. κυβικά μέτρα, θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν στην Ελλάδα ενεργειακή αυτάρκεια, αλλά και σημαντικά δημόσια έσοδα μέσω φορολογίας και δικαιωμάτων εκμετάλλευσης.
Η συμμετοχή ενός ενεργειακού κολοσσού όπως η Chevron, με εμπειρία από μεγάλα projects στη Μεσόγειο (Λεβιάθαν στο Ισραήλ, Zohr στην Αίγυπτο), προσδίδει στην Ελλάδα νέα δυναμική. Η χώρα αναβαθμίζει τη θέση της στον διεθνή ενεργειακό χάρτη, διεκδικώντας ρόλο όχι μόνο ως χώρα διέλευσης, αλλά και ως παραγωγός και εξαγωγέας ενέργειας.
Πέρα από το καθαρά ενεργειακό σκέλος, η στρατηγική αυτή συνεργασία έχει και σημαντικές γεωπολιτικές, οικονομικές και βιομηχανικές προεκτάσεις. Η παρουσία της Chevron λειτουργεί ως εγγύηση σταθερότητας και εμπιστοσύνης για την προσέλκυση νέων ξένων επενδύσεων, τόσο στον ενεργειακό τομέα όσο και σε συναφείς βιομηχανίες, όπως οι υποδομές, η ναυτιλία και η τεχνολογία. Παράλληλα, η Ελλάδα αποκτά ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση στο ευρωπαϊκό πλαίσιο ενεργειακής πολιτικής, ενισχύοντας την προσπάθεια διαφοροποίησης πηγών εφοδιασμού της Ε.Ε.
Η ενεργειακή αυτάρκεια, εφόσον επιβεβαιωθούν τα εκτιμώμενα αποθέματα, μπορεί να μειώσει δραστικά την εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενα καύσιμα, ενδυναμώνοντας την οικονομική της σταθερότητα και την ασφάλεια εφοδιασμού. Την ίδια στιγμή, τα πιθανά έσοδα από δικαιώματα και φόρους αποτελούν μια προοπτική μακροπρόθεσμης ενίσχυσης των δημόσιων οικονομικών. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, η Ελλάδα αποκτά αυξημένο στρατηγικό βάρος στην Ανατολική Μεσόγειο, λειτουργώντας ως κρίσιμος πυλώνας τόσο για την ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής όσο και για την ευρωπαϊκή στρατηγική απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ουσιαστικά, το συγκεκριμένο βήμα δεν περιορίζεται στην εκμετάλλευση των πιθανών κοιτασμάτων, αλλά επανατοποθετεί τη χώρα στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη με προοπτική δεκαετιών.