Στο πλαίσιο του 10ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος Nouriel Roubini ανέλυσε τις τρέχουσες τάσεις της παγκόσμιας οικονομίας, τονίζοντας τη δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ τεχνολογικής προόδου και εμπορικών πολέμων.
Ο γνωστός για τις απαισιόδοξες προβλέψεις του οικονομολόγος εξέφρασε, για μια φορά, μια πιο αισιόδοξη άποψη, υποστηρίζοντας ότι η ταχύτερη εξέλιξη της τεχνολογίας θα οδηγήσει σε τόσο μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας, ώστε να εξουδετερώσει τις αρνητικές συνέπειες των δασμών που επιβάλλουν οι ΗΠΑ.
Η Τεχνολογία ως Αντισταθμιστικός Παράγοντας
Συγκεκριμένα, ο Roubini ανέφερε ότι η επερχόμενη τεχνολογική επανάσταση – που χαρακτήρισε ως «χωρίς προηγούμενο στην ιστορία» – θα οδηγήσει σε μια αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ της τάξης των 200 μονάδων βάσης. Αντίθετα, οι επιπτώσεις των εμπορικών πολέμων και των δασμών θα περιοριστούν σε μείωση του ΑΕΠ κατά 50 μονάδες βάσης. «Η αναλογία είναι 4 προς 1. Το μήνυμα μου είναι ότι, μεσοπρόθεσμα, η τεχνολογία θα ακυρώσει τους δασμούς», δήλωσε, απορρίπτοντας τις προβλέψεις της Wall Street για ύφεση στην αμερικανική οικονομία.
Ωστόσο, ο Roubini δεν αγνόησε τους κινδύνους. Τόνισε ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια περίοδο αστάθειας, με τους γεωπολιτικούς και εμπορικούς ανταγωνισμούς να αποτελούν σοβαρές απειλές. Ειδικά, μια περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας θα μπορούσε να επιβραδύνει και τις δύο οικονομίες, με απώτερες συνέπειες για όλο τον πλανήτη.
Κριτική στην Κίνα και οι Αντιδράσεις του Παγκόσμιου Νότου
Μια σημαντική πτυχή της ομιλίας του Roubini αφορούσε την κριτική στην οικονομική πολιτική της Κίνας. Ο οικονομολόγος επεσήμανε ότι το Πεκίνο δημιουργεί προβλήματα όχι μόνο στις σχέσεις του με τις ΗΠΑ, αλλά και με πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες. Χώρες όπως η Ινδία, η Νότια Αφρική και η Βραζιλία διαμαρτύρονται για τις πρακτικές dumping της Κίνας, οι οποίες δυσχεραίνουν την τοπική παραγωγή.
«Η Κίνα πρέπει να καταλάβει ότι οι παγκόσμιες οικονομικές ανισορροπίες που δημιουργεί γίνονται πρόβλημα για όλο τον κόσμο», τόνισε ο Roubini. «Πρέπει να αυξήσει την εγχώρια κατανάλωση και να μειώσει τις υπερβολικές αποταμιεύσεις. Αυτό είναι ζήτημα παγκόσμιας σταθερότητας, όχι μόνο διμερών συγκρούσεων».
Η Στάση της Ευρώπης και οι Προτάσεις της Πορτογαλίας
Από την πλευρά της Ευρώπης, ο υπουργός Οικονομικών της Πορτογαλίας, Joaquim Miranda Sarmento, πρότεινε μια στρατηγική αποκλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων με τις ΗΠΑ. «Δεν μου αρέσει η λέξη “ανταπόδοση”», δήλωσε, υπογραμμίζοντας ότι η ΕΕ θα μπορούσε να μειώσει το εμπορικό της πλεόνασμα με τις ΗΠΑ αυξάνοντας τις εισαγωγές αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού και ενέργειας.
«Η Ευρώπη πρέπει να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες της, όχι μόνο για να εξισορροπήσει το εμπόριο, αλλά και για να αναπτύξει μια ισχυρή δική της αμυντική βιομηχανία», πρόσθεσε. Η Πορτογαλία, εδώ και χρόνια, υποστηρίζει ότι η ΕΕ πρέπει να επενδύσει περισσότερο στον τομέα της ναυπηγικής και της αεροπορίας, ώστε να ενισχυθεί η στρατηγική της αυτονομία.
Η Ανάγκη Συνεργασίας ΗΠΑ-Κίνας
Ο Henry Huiyao Wang, Ιδρυτής του Κέντρου για την Κίνα και την Παγκοσμιοποίηση (CCG), τόνισε ότι η παγκόσμια κοινότητα χρειάζεται συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, όχι μόνο στον οικονομικό τομέα, αλλά και σε ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή και η παγκόσμια ασφάλεια.
«Είναι λάθος ο πόλεμος του Trump ενάντια σε όλους. Αυτή η στρατηγική διαταράσσει το διεθνές σύστημα», ανέφερε. «Ο κόσμος χρειάζεται τις ΗΠΑ και την Κίνα να δουλέψουν μαζί. Αν ο Trump θέλει να μείνει στην ιστορία ως ειρηνικός ηγέτης, χρειάζεται τη συνεργασία της Κίνας».
Οι Προβλέψεις για τις Κεντρικές Τράπεζες
Τέλος, η DeAnne Julius, ιδρυτικό μέλος της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας, εξέφρασε την εκτίμηση ότι η Fed θα παραμείνει σε στάση αναμονής, χωρίς άμεσες περικοπές στα επιτόκια. «Οι κεντρικές τράπεζες αγωνίζουν για τη διατήρηση της αξιοπιστίας τους και δεν μπορούν να αφήσουν τον πληθωρισμό να ξεφύγει», δήλωσε.
Αντίθετα, η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει σε μεγαλύτερες μειώσεις επιτοκίων από ό,τι αρχικά εκτιμήθηκε, φτάνοντας τελικά στο 1,5%. «Η οικονομική αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, αλλά η Ευρώπη έχει περιθώρια για πιο ευρεία νομισματική χαλάρωση», κατέληξε.