Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (ΕΤΕ), το ελληνικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024, υπερβαίνοντας για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, που ήταν 0,8%, υποδηλώνοντας μια δυναμική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας παρά τις γενικότερες προκλήσεις της παγκόσμιας αγοράς.
Η επιτάχυνση της αύξησης του ΑΕΠ στο 2,6% ετησίως το 4ο τρίμηνο του 2024 – με ισχυρή ανάκαμψη των επενδύσεων – σε συνδυασμό με τις πιο υποστηρικτικές δημοσιονομικές και νομισματικές συνθήκες, ανεβάζουν τον πήχη για την ανάπτυξη στο 2,5% το 2025, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα
Το ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 2,3% σε ετήσια βάση το 2024, υπεραποδίδοντας για 4η συνεχή χρονιά έναντι της Ευρωζώνης (0,8% ετησίως), ενώ επιταχύνθηκε στο 2,6% ετησίως (+0,9% σε εποχικά προσαρμοσμένη τριμηνιαία βάση) το 4ο τρίμηνο του 2024, λόγω συνδυαστικής ανόδου όλων των βασικών συνιστωσών της οικονομικής δραστηριότητας, εν μέσω ενός ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος.
Η ιδιωτική κατανάλωση αποτέλεσε βασικό μοχλό ανάπτυξης, σημειώνοντας αύξηση 0,8% το 4ο τρίμηνο, συμβάλλοντας σε συνολική αύξηση 1,9% για το σύνολο του 2024. Οι καταναλωτικές δαπάνες επηρεάστηκαν θετικά από την αύξηση της απασχόλησης, την ενίσχυση των εισοδημάτων και τη σταδιακή βελτίωση του καταναλωτικού κλίματος. Επιπλέον, η συσσώρευση αποθεμάτων έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αναπτυξιακής τάσης, υποδεικνύοντας την ενίσχυση της παραγωγικής δραστηριότητας και των επενδύσεων των επιχειρήσεων.
Στον τομέα του εξωτερικού εμπορίου, οι καθαρές εξαγωγές είχαν θετική συμβολή στο ΑΕΠ, κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 3,6% σε ετήσια βάση, ενώ οι εισαγωγές κατέγραψαν ηπιότερη άνοδο, επιτρέποντας την ενίσχυση του εμπορικού ισοζυγίου. Σημαντική ώθηση προήλθε από τον τουριστικό κλάδο, ο οποίος κατέγραψε εντυπωσιακή ανάκαμψη, υπερβαίνοντας τα προπανδημικά επίπεδα. Οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως φαρμακευτικά και αγροδιατροφικά προϊόντα, συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, ενισχύοντας τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Οι επενδύσεις διατήρησαν την ανοδική τους πορεία, αποτελώντας βασικό πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η ακαθάριστη σχηματισθείσα επενδυτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 8,4% το 2024, με σημαντικές ροές κεφαλαίων προς τις υποδομές, τις κατασκευές και τις τεχνολογικές αναβαθμίσεις των επιχειρήσεων. Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας συνέβαλε καθοριστικά στην υλοποίηση μεγάλων έργων, τα οποία αναμένεται να ενισχύσουν περαιτέρω την αναπτυξιακή δυναμική τα επόμενα χρόνια.
Ο δείκτης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης παρουσίασε σημαντική βελτίωση, αντανακλώντας την αισιοδοξία των επιχειρήσεων για τις μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας. Ο τομέας των υπηρεσιών, και ιδιαίτερα ο τουρισμός και οι μεταφορές, κατέγραψαν ισχυρή ανάπτυξη, ενώ η βιομηχανία συνέχισε να κινείται ανοδικά, ενισχυμένη από τη ζήτηση για ελληνικά προϊόντα τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά.
Στον δημοσιονομικό τομέα, η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα, χάρη στη βελτίωση των φορολογικών εσόδων και τη συγκράτηση των δαπανών. Η συνετή δημοσιονομική διαχείριση επέτρεψε τη διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας, παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν από την αύξηση των επιτοκίων και τον υψηλό πληθωρισμό. Η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού προς το τέλος του 2024, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη σταδιακή μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, δημιουργούν ευνοϊκότερες συνθήκες για τη χρηματοδότηση της οικονομίας και τη μείωση του κόστους δανεισμού.
Η αγορά εργασίας συνέχισε να βελτιώνεται, με το ποσοστό ανεργίας να υποχωρεί στο 10,8% στο τέλος του 2024, καταγράφοντας τη χαμηλότερη τιμή της τελευταίας δεκαετίας. Η αύξηση των θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα στους τομείς του τουρισμού, της βιομηχανίας και των τεχνολογικών υπηρεσιών, συνέβαλε στην ενίσχυση των εισοδημάτων των νοικοκυριών και της αγοραστικής δύναμης.
Για το 1ο τρίμηνο του 2025, οι πρόδρομοι δείκτες υποδηλώνουν περαιτέρω επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας, με την ανάπτυξη να αναμένεται να φτάσει το 2,7% σε ετήσια βάση. Η θετική δυναμική της κατανάλωσης, η συνεχιζόμενη ενίσχυση των εξαγωγών και η αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα αναμένεται να στηρίξουν τη διατηρήσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Οι ευνοϊκές διεθνείς συνθήκες, σε συνδυασμό με την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την περαιτέρω αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια ακόμη ισχυρότερη αναπτυξιακή πορεία τα επόμενα χρόνια.
Συνοψίζοντας, η εκθεση της ΕΤΕ σημειώνει, ότι η ελληνική οικονομία εμφανίζει σαφή σημάδια δυναμικής ανάκαμψης, υπερβαίνοντας τις αρχικές εκτιμήσεις και επιβεβαιώνοντας την ανθεκτικότητά της απέναντι στις διεθνείς προκλήσεις. Ωστόσο επισημαίνει ότι η διατήρηση της αναπτυξιακής αυτής τάσης θα εξαρτηθεί από τη συνέχιση των επενδύσεων, τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και την περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.